Ο Θουκυδίδης στον «Επιτάφιό» του, στο εγκώμιο αυτό της Αθήνας των κλασικών χρόνων, βάζει τον Περικλή να λέει και το εξής: «Αλλά και για το πνεύμα μας έχουμε εφεύρει πλείστους όσους τρόπους να το ανακουφίζουμε από τους κόπους, με εορταστικούς αγώνες και θυσίες, τις οποίες έχουμε καθιερώσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους...». Φιλέορτοι, φιλοθεάμονες και φίλαθλοι οι αρχαίοι Έλληνες. Αλλά και οι σημερινοί μήπως, δεν συντηρούν ανάλογες εκδηλώσεις, όπου συνταιριάζονται η γιορτή, οι αγώνες και οι - τηρουμένων των αναλογιών - θυσίες; Γιατί κάθε φορά που διαβάζω το εδάφιο αυτό του Θουκυδίδη, νομίζω ότι περιγράφει τα πανηγύρια μας, δυόμισι χιλιάδες χρόνια πρωτύτερα.
Κι ενώ για το πανηγύρι του Αγίου Αθανασίου υπάρχει μια αξιοπρόσεκτη παρουσίαση της συντοπίτισσάς μας Μάγδας Δημάκη στον δεύτερο τόμο των πρακτικών του Συμποσίου για την ιστορία της Νιγρίτας και της Βισαλτίας, για το πανηγύρι του Αγίου Θωμά δεν έχουμε κάτι ανάλογο, μόλο που οι πηγές υπάρχουν. Στο Μακεδονικό Ημερολόγιο του 1911 δημοσιεύεται ένα κείμενο του δασκάλου (εκ Σύρπας) Δημητρίου Δαμάνη, γραμμένο το 1908. Ας δούμε μερικά αποσπάσματα: «Την πρωίαν, αμέσως μετά την θείαν λειτουργίαν, ο δημόσιος κήρυξ, έρχεται εις την κεντρικωτέραν Πλατείαν της κωμοπόλεως, καλουμένην Μεσοχώριον και δίδει το σύνθημα της ενάρξεως της πανηγύρεως. Καθ’ ομάδας πανταχόθεν οι μεν ως απλοί θεαταί, οι δε ως αγωνισταί καταπλημμυρίζουσι την μεγάλην του Μεσοχωρίου Πλατείαν.
Εις απόστασιν ενός τετάρτου της ώρας έξω της Νιγρίτης, επί της κορυφής του προς νότον πρώτου λόφου σταθμεύει ολόκληρον το πλήθος, εν ω οι ιππείς και οι ηρωίδες νεάνιδες προχωρούσι περαιτέρω, μετά ημίσειαν δε ώραν φθάνουσιν εις δεύτερον υπερκείμενον λόφον, από του οποίου καταβαίνουσιν εις κοιλάδα τινά, του Λαγάτρη καλουμένην. Εν τη κοιλάδι ταύτη οι μεν ιππείς αγωνίζονται εις την ιπποδρομίαν, αι δε παρθένοι άδουσαι όλως ιδιάζοντα τη ημέρα εκείνη ηρωικά άσματα, χορεύουσι τον ιερόν λεγόμενον κύκλιον χορόν.
Των άθλων προτιθεμένων τελούνται οι αγώνες του άλματος, του δίσκου και του δρόμου των νέων εξ αποστάσεως ουχί μικράς και επί εδάφους ανωμάλου και σχεδόν κρημνώδους. Ειρήσθω δε ότι ο αγών του δρόμου και εν Νιγρίτη θεωρείται ο σπουδαιότερος των αγώνων. Το δε πλήθος, μηδ’ αυτών των γυναικών εξαιρουμένων, μανιωδώς κραυγάζει, ενθαρρύνον τους δρομείς, εν ω αφ΄ετέρου η μουσική ζωηρότερον παιανίζουσα ζωήν και σθένος μεταδίδει εις τα ατονούντα εκ του δρόμου νεύρα των αγωνιζομένων. Ο νικητής αφικόμενος εις το τέρμα, αίρεται υπό των συμπατριωτών αυτού εις τας χείρας και επιδεικτικώτατα δεικνύεται εις το πλήθος, εν ω αφ’ ετέρου οι συμπατριώται των υπολειφθέντων, σχολιάζοντες τα κατά τον δρόμον, προσπαθούσι μυριοτρόπως να μειώσωσι την αξίαν του νικητού.
Αφ’ ου το πλήθος φθάση εις τινά Πλατείαν των Τσακαλάδων, εκεί αι λευχειμονούσαι νεάνιδες επαναλαμβάνουσιν και πάλιν τον ιερόν χορόν. Μετά δύο ώρας πλήθος συρρέει εις τινά αμφιθεατρικήν Πλατείαν και άρχεται ο αγών της πάλης. Ευθύς δε μετά τούτον άρχεται ο δημόσιος χορός».
Η δεύτερη πηγή έρχεται από τον Η’ τόμο της «Λαογραφίας», το 1921. Εκεί ο Β. Γανώσης, Νομογεωπόνος Δράμας, γράφει: « Αφού τελειώση η εκκλησία, μαζεύονται οι κάτοικοι με τας οικογενείας των και την μεγάλην των στολήν εις ένα μέρος, το οποίον είνε ένας δρόμος και γύρω από αυτόν δύο υψώματα. Ο δρόμος αποτελεί το στάδιον, τα δε υψώματα τα εδώλια των θεατών. Διορίζεται εκ των προτέρων ημερών η Ελλανόδικος Επιτροπή από τους πλέον εγκρίτους. Ως πρώτον αγώνισμα ωρίσθη το λιθάρι, πέτρα ½ οκάς βάρους. Ο κήρυξ εκφωνεί πανηγυρικώς το όνομα του νικητού, όστις λαμβάνει συνήθως ως έπαθλον ένα αρνί, συνήθως δώρον των πιστών εις την εκκλησίαν. Κατόπιν ήτο το αγώνισμα του δρόμου, κατόπιν της ιππασίας. Κατόπιν έρχεται το άλμα, όπερ είνε πάντα τριπλούν και μετά φόρας.
Το απόγευμα, οπόταν πρόκειται να διεξαχθή το αγώνισμα της πάλης, αλλάζουν μέρος και πηγαίνουν εις εν είδος πλατείας από επάνω από το οποίον είνε ύψωμα δια τους θεατάς. Το αγώνισμα τούτο εξακολουθεί όλο το απόγευμα. Οι αγωνισταί φορούν είδος περισκελίδος, έχοντες τον κορμόν γυμνόν. Προσέρχεται δε συνήθως πρώτον ο εις, αφού αλειφθή με λάδι, όστις και προσκαλεί ένα αντίπαλον. Ούτος δεν βραδύνει να φθάση και αρχίζουν τα στριφογυρίσματα, καραδοκούντος του ενός πότε να πλησιάση και να αρπάξη εις κατάλληλον θέσιν τον άλλον. Νικηθείς θεωρείται εκείνος, του οποίου η πλάτη «έφαγε χώμα». Επειδή οι παλαισταί είνε καλά γυμνασμένοι, συνήθως ο αγών διαρκεί αρκετήν ώραν υπό την αδημονίαν των θεατών, οίτινες δίδουν, και την μεγαλυτέραν σημασίαν εις το αγώνισμα τούτο. Επακολουθούν και άλλα ζέυγη παλαιστών. Οι νικηταί δε λαμβάνουν πάντοτε έπαθλον και ένα αρνί, έχουν δε και το δικαίωμα συνοδευόμενοι υπό του ηττηθέντος να προβούν και εις έρανον από τους θεατάς».
Βλέπουμε λοιπόν, ότι παρά τις διαφορές (σε άλλο σημείο π.χ. ο Δαμάνης λέει ότι δεν δέχονταν ξένους ενώ ο Γανώσης αναφέρει Τούρκους – βέβαια, από το 1908 ως το 1921 μπορεί οι Νιγριτινοί να μετέβαλαν γνώμη, να αποκήρυξαν την ξενηλασία!), οι αιωνόβιες πηγές πιστοποιούν αφενός ιστορικά την παλαιότητα του πανηγυριού, αφετέρου την συνέχεια του εθίμου, καθώς αναγνωρίζουμε τα τοπωνύμια, τις συνήθεις και τις διαδικασίες σχεδόν απαράλλαχτες ως σήμερα. Ακόμα και τα πικρόχολα, νιγριτινού ταμπεραμέντου σχόλια των κολλητών των ηττημένων για να πικάρουν και να μειώσουν τον νικητή!
Ο Δαμάνης κλείνει την αναφορά του γράφοντας: «Τα πάτρια ήθη και έθιμα ευτυχώς τηρούνται αγνότατα, διότι ο ψευδοπολιτισμός δεν εισεχώρησεν εισέτι εις τα στρώματα του λαού των χωρίων και κωμοπόλεων». Εισέτι, το 1908. Εισέτι και σήμερα. Και μακάρι να μην εισχωρήσει ποτέ. Καλωσορίζουμε την έναρξη της περιόδου των πανηγυριών.
tezjorge@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου