Έχουμε, εμείς οι Έλληνες, ένα στοιχείο που μπορούμε να καυχιόμαστε ότι είμαστε από τους λίγους λαούς που τους χαρακτηρίζει: έχουμε την τύχη να μιλάμε την ίδια γλώσσα εδώ και χιλιάδες χρόνια σ’ αυτόν τον τόπο. Γράφει ο Ελύτης: «Μου εδόθηκε, αγαπητοί φίλοι, να γράφω σε μια γλώσσα που μιλιέται μόνον από μερικά εκατομμύρια ανθρώπων. Παρ' όλ' αυτά, μια γλώσσα που μιλιέται επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια χωρίς διακοπή και μ' ελάχιστες διαφορές».
«Με ελάχιστες διαφορές». Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό. Όσο υπάρχουν άνθρωποι να τη μιλούν, τόσο υπάρχει και αυτή. Και καθώς η ανθρωπότητα δε μένει ποτέ στάσιμη, αλλά εξελίσσεται, έτσι και η γλώσσα. Οι αιώνες της τουρκοκρατίας άφησαν το στίγμα τους – γενικά στη νοοτροπία – αλλά μπόλιασαν και τη γλώσσα με λέξεις που πλέον μας φαίνονται τόσο οικείες και θα ήταν παράλογο να ζητάμε την απαλοιφή τους από τα ελληνικά. Ειδικά στην περιοχή μας, δε νοείται συνομιλία χωρίς «μπαξέ», «ντουβάρι», «ντουλάπι», κ.α. Το ίδιο συνέβη και με την αλληλεπίδραση με άλλους όμορους λαούς, όπως οι Ιταλοί ή οι Σλάβοι.
Φυσικά, δεν πήραμε μόνο. Δώσαμε κιόλας. Πλουτίσαμε τις γλώσσες όλων των λαών με ελληνικές λέξεις, κυρίως στους τομείς της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της τέχνης. Αυτό εξηγείται εύκολα, καθώς οι απαρχές όλων αυτών, αλλά κυρίως το θεωρητικό υπόβαθρό τους, που αφορά και στην ορολογία, βρίσκονται στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Γνωστές οι ομιλίες Ελλήνων, όπως ο Ξ. Ζολώτας, όπου χρησιμοποιώντας μόνο ελληνικές λέξεις μιλούσαν αγγλικά και απευθύνονταν (και γίνονταν κατανοητοί) σε ξενόφωνο ακροατήριο. Έκπληξη προκαλεί ακόμα, και το πλήθος των λέξεων που τις θεωρούμε ξένες, αλλά δεν είναι παρά ελληνικές που τις ξαναπήραμε πίσω από τους ξένους ως αντιδάνεια.
«Επί δυόμιση χιλιάδες χρόνια». Η αρχαία ελληνική γλώσσα, με τις διάφορες διαλέκτους της έφτασε στο σήμερα. Παραλλαγμένη, οπωσδήποτε – αλλιώς θα πέθαινε – αλλά ίδια. Τα ποντιακά, τα κυπριακά και όλα τα τοπικά ιδιώματα κρατούν σφριγηλά μέσα στο γλωσσικό τους σώμα τα αρχαία ελληνικά. Και γι’ αυτό δεν πρέπει να ντρεπόμαστε για τη ντοπιολαλιά μας. Η προφορά και οι λέξεις που απέχουν από την κοινή ελληνική της γραμματικής και του αθηνοκεντρικού κράτους, είναι αυτές που διαμορφώθηκαν από τις ανάγκες επικοινωνίας των ανθρώπων της περιοχής, των συνθηκών που επικράτησαν κλπ. Όπως λέμε λοιπόν ότι όλες οι γλώσσες του κόσμου είναι ισότιμες γιατί η καθεμία επιτελεί το σκοπό της επικοινωνίας, έτσι πρέπει να λέμε και για τις τοπικές παραλλαγές της γλώσσας. Και χαίρομαι ιδιαίτερα όταν βλέπω ανθρώπους να κοπιάζουν για τη ντοπιολαλιά και να έχουμε έτσι εκδόσεις, όπως «Τα Τερπνιώτικα και τα Νιγριτινά» του Πασχαλούδη, το «Νόστιμον Ξυλότρος» του Κωντσιλίδη, και άλλα.
Η μόνη «γλώσσα» που δεν εξελίσσεται είναι των πολιτικών. Φορτωμένη με τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, παραμένει στάσιμη, δύσκαμπτη, ανίκανη να αγγίξει τους νέους, την καθημερινότητα, τα προβλήματα. Ξύλινη. Όταν ανοίγει το στόμα του ένας πολιτικός, ανάλογα με το χώρο στον οποίο ανήκει, ξέρεις τι ακριβώς θα πει. Και αντίστροφα, αν ακούσεις μια ομιλία, από το λεξιλόγιο καταλαβαίνεις πού εντάσσεται ο ομιλητής, χωρίς να τον ξέρεις. Τα ίδια κλισέ, οι ίδιοι διαχωρισμοί. Κουράζουν, και για αυτό ίσως ο κόσμος τους αποστρέφεται. Οι εξαιρέσεις αυτονόητες.
Ο Ελύτης, ο μέγας αυτός λάτρης, μύστης και υπηρέτης του ελληνισμού, συμπλήρωνε ότι αυτά τα στοιχεία της συνέχειας και της ιστορικότητας της γλώσσας, δεν είναι για να υπερηφανευόμαστε, αλλά για συναισθανθούμε και το βάρος που έχουμε, το ηθικό χρέος απέναντι στη γλώσσα. Γιατί η γλώσσα δεν είναι μόνο όργανο επικοινωνίας, αλλά και φορέας αξιών: «Προσκτάται η γλώσσα στο μάκρος των αιώνων ένα ορισμένο ήθος. Και το ήθος αυτό γεννά υποχρεώσεις». Είμαστε όμως έτοιμοι να ανταποκριθούμε;
tezjorge@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου